Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2009

Κρυμμένα διαμάντια.

Η περιέργειά του δεν έχει όρια. Μήπως οτιδήποτε και όλα έχουν ενδιαφέρον;

Τον έχω δει να σηκώνει πέτρα από το έδαφος και να την εξετάζει με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, να την αναποδογυρίζει, να τη στρέφει και τελικά να τη βάζει στην τσέπη του σαν να ήταν σπάνιο αντικείμενο. Οτιδήποτε και όλα φαίνεται να τον γοητεύουν. Μήπως είναι παλαβός;

Ζηλευτός παλαβός! Αφού ένα βότσαλο έχει αξία γι' αυτόν, θα πρέπει να περιβάλλεται από θησαυρούς όπου και να πάει...


Ο Νάνος, Περ Λάνγκερκβιστ, 1945.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μακάρι Γεώργιε να ΄χουμε την τύχη αυτής της απλότητας κ καθαρότητας στην αντιμετώπιση του κόσμου.ΧΤΚ

Γιώργος Στάμος είπε...

Το ευγενικό σχόλιο του ΧΤΚ είναι μια αφορμή για περισσότερη σκέψη και στοχασμό. Καλό είναι αυτό. Πως πετάς κύριε έτσι ένα τσιτάτο ορφανό χωρίς να μας δίνεις λίγα παραπάνω στοιχεία; Είχα λόγο. Ότι είναι το μόνο κομμάτι που μπορεί αυτόνομα να διαβαστεί και που αξίζει να αναδειχθεί απ’ όλο το σχετικό κείμενο που το περιέχει. Κατά τη γνώμη μου πάντα. Ας δούμε γιατί.

Διάβασα το βιβλίο πριν ένα χρόνο. Ο συγγραφέας πήρε Nobel και το βιβλίο αυτό θεωρείται από τα καλύτερά του. Δείχνει την πραγματικότητα της βίαιης στρατοκρατικής μοναρχικής εξουσίας όπως εκφραζόταν πριν από αιώνες. Μέσα από τα μάτια και την ψυχή ενός κακού νάνου αυλικού (που διηγείται την ιστορία σε πρώτο πρόσωπο σε όλο το κείμενο) διαφαίνεται η απόλυτη περιφρόνηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ζωής που διέπει το καθεστώς της εξουσίας του παλατιού.

Προσωπικά, παρά τα μηνύματά του, σαν βιβλίο δεν μου άρεσε καθόλου, έτσι κι αλλιώς, σήμερα δεν χρειάζεται πια να καταδειχθεί (στη χώρα μας τουλάχιστον) η ανάγκη για εξάλειψη ενός μοναρχικού ή στρατοκρατικού καθεστώτος. Η ωμή σκληρή αφήγηση με τη στενόμυαλη εγωιστική και αναίσθητη οπτική του πρωταγωνιστή δεν αφήνει στον αναγνώστη το περιθώριο να περιμένει για οποιαδήποτε ελπιδοφόρα κοινωνική αλλαγή στα χρονικά πλαίσια εξέλιξης της ιστορίας του βιβλίου, με αποτέλεσμα να παραμένει μια άχαρη αφήγηση, σα να φωτογραφίζεται και να περιγράφεται με λεπτομέρειες ένα ειδεχθές έγκλημα από την πλευρά του δράστη χωρίς να συμβαίνει τίποτε άλλο.

Στο βιβλίο και στο αντίστοιχο χωροχρονικό τοπίο υπάρχουν μόνο κακία, μίσος, αγριότητα, προδοσία, σκληρότητα, χαιρεκακία, ασυδοσία, μοναξιά, απάθεια, υποταγή. Η επίγεια έννοια της κόλασης. Ο λαός είναι υποταγμένος όχλος χωρίς λόγο και δικαιώματα και δεν βγαίνει ποτέ στη σκηνή. Σπανίζουν τα ευγενικά συναισθήματα και οι λίγες περιπτώσεις ανθρώπινων σχέσεων που περιγράφονται (μέσα στην αυλή πάντα) γίνονται αντικείμενο χλευασμού και υποτίμησης από το νάνο χωρίς να τους δίνεται χώρος στο κείμενο να αναδειχθούν και να ανακόψουν –για λίγο έστω- τη μίζερη ροή της καταχθόνιας σκέψης του που μας επιβάλλεται.

Λείπουν από το κείμενο η αισθητική, οι διάλογοι, η ομορφιά και κυρίως η ελπίδα. Όμως η ψυχή του αναγνώστη δεν μπορεί εύκολα να ανεχτεί την απουσία αυτή που δεν μπορεί να ήταν πραγματική σε οποιαδήποτε περίοδο της ιστορίας και μέσα σε οποιοδήποτε ανθρώπινο ον, ακόμη και αν πρόκειται για ένα νάνο που σκόπιμα χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να παραπέμψει σε μειονεξίες εκτός από σωματικές και ψυχικές. Οι νάνοι δεν είναι τέρατα, είναι άνθρωποι με καρδιά και ψυχή, και ο έμμεσος στιγματισμός τους από το συγγραφέα είναι άδικος γιατί αν και αναφέρεται σε ακαθόριστη παλαιότερη χρονική περίοδο, εύκολα μεταφέρεται στην εποχή που διαβάζεται το βιβλίο, συντηρώντας απαράδεκτες προκαταλήψεις και στερεότυπα που δυστυχώς δεν λείπουν στις μέρες μας.

Θα μου πείτε, ο συγγραφέας πρέπει πάντα να δίνει μια αισιόδοξη λύση στα έργα του ή να υποχρεώνεται να υποκύπτει σε οποιεσδήποτε πνευματικές και συναισθηματικές ανάγκες του αναγνώστη; Όχι βέβαια, καλά κάνει και γράφει ελεύθερα δίνοντας τη δική του οπτική, ας μην ξεχνάμε ότι γράφτηκε πριν έξι δεκαετίες οπότε ενδεχομένως να είχε στόχο να κάνει έμμεσες αναφορές σε σύγχρονές του πολιτικές εξουσίες και επίσης ότι στη Σουηδία υπάρχει βασιλιάς ακόμη και σήμερα. Απλώς προσωπικά δεν μου άρεσε.

Άξιζε που το διάβασα όμως για το απόσπασμα που παράθεσα στην ανάρτηση, το χρησιμοποίησα για συζήτηση στην τάξη και πραγματικά ήταν αξιόλογο. Διαμάντι. Μόνο αυτό.